Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2013

Οι εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο



Στις 8 Νοεμβρίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο πραγματοποιήθηκε συζήτηση του Συλλόγου διάδοσης της μαρξιστικής σκέψης "Γιάννης Κορδάτος" με θέμα "Οι εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο" και εισηγήτρια την δημοσιογράφο Χριστίνα Μαυροπούλου. Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της εισήγησης.

 

Οι εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο

Τα τελευταία χρόνια και ειδικά με το ξέσπασμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης το 2007, που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ, έχει ξεκινήσει η σταδιακή αποδόμηση του μύθου «του νέου αμερικανικού αιώνα» ή του «αμερικανικού πλανήτη»,  μύθος που καλλιεργήθηκε από το 1991 και ειδικά από την κυβέρνηση Τζορτζ Ου. Μπους που προώθησε και τη θεωρία του «νέου αμερικανικού αιώνα».  

Η σταδιακή αυτή αποδόμηση έχει δημιουργήσει ένα κενό που προσπαθεί να καλυφθεί από διάφορες απόψεις και θεωρίες. Επικρατέστερη όλων η θεωρία περί εμφάνισης ενός «πολυπολικού  κόσμου», που ειδικότερα αρεσκόταν να αναφέρει ο πρώην πρόεδρος της Βραζιλίας, Λουίας Ινάσιου Λούλα ντα Σίλβα.  Κυρίως επιδιώκοντας να πείσει για την άνοδο της Βραζιλίας, όχι μόνο ως περιφερειακή δύναμη αλλά και για την ανάδυσή της ως μεγάλη δύναμη στην παγκόσμια γεωπολιτική σκακιέρα.  Η θεωρία θέλει ότι ο «πολυπολικός κόσμος» υποτίθεται «θα διαδεχθεί τον υφιστάμενο μονοπολιτικό κόσμο, που επικράτησε τουλάχιστον σε εικονικό επίπεδο μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ». Μέχρι στιγμής όμως αυτό που βιώνουμε είναι μία ασαφής, θολή, και ασχηματοποίητη κατάσταση, που ελλοχεύει πλείστους κινδύνους.

Είναι γεγονός η σχετική αποδόμηση του μύθου περί της  αμερικανικής παντοδυναμίας ωστόσο δεν είναι απόλυτη και επίσης δεν έχουν εμφανιστεί ακόμη οι συντελεστές ενός παγκόσμιου πολυπολικού συστήματος. Δεν αρκεί να υπάρξουν μερικές ή αρκετές χώρες που μπορούν να διαδραματίσουν ένα ισχυρό και κυρίως αυτόνομο ρόλο, πρέπει α ακολουθηθούν από πολιτικές τέτοιες που να προσδίδουν μία νέα δυναμική στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα. Ωστόσο είναι σχεδόν αδύνατο καθώς  οι περισσότερες από αυτές ναι μεν συνεργάζονται αγαστά σε κάποια ζητήματα,, περιφερειακά ή παγκόσμια, ωστόσο την ίδια στιγμή είναι αντίπαλες καθώς διαγκωνίζονται αφού διεκδικούν τον ίδιο χώρο.
Η Ρωσία αν και σχετικά αποδυναμωμένη αποτελεί το μεγαλύτερο μέλημα των ΗΠΑ αλλά και της ΕΕ που η επέκτασή της προς Ανατολάς την φέρνει σε τροχιά σύγκρουσης. Η Ρωσία ειδικά μετά τις εξελίξεις στη Συρία και το Ιράν που την επανεμφάνισαν ως μεγάλο διεθνή παίκτη, να σημειώσουμε και με τη συγκατάθεση των ΗΠΑ. αποτελεί το μεγάλο γεωστρατηγικό αντίπαλο της Δύσης κυρίως όμως της ΕΕ.




Η Κίνα ανέρχεται συνεχώς αλλά  εξακολουθεί να υπολείπεται ως στρατιωτική δύναμη ενώ γεωγραφικά παραμένει εγκλωβισμένη στην περιοχή της Ανατολικής Ασίας δίχως να μπορεί να καθυποτάξει την Ταϊβάν.  Ωστόσο είναι η δεύτερη οικονομία του πλανήτη…

Update: Σημαντική εξέλιξη των τελευταίων ημερών η ζώνη αντιαεροπορικής άμυνας που η Κίνα εγκαθίδρυσε μονομερώς στις 23 Νοεμβρίου, Η ζώνη αυτή καλύπτει ένα μεγάλο τμήμα της Ανατολικής Σινικής Θάλασσας, μία περιοχή που περιλαμβάνει τα νησιά Σενκάκου. Ένα αρχιπέλαγος διοικείται από Ιαπωνία αλλά το διεκδικεί η Κίνα, η οποία τα ονομάζει Ντιαογιού.

Το σύστημα της  Ανατολικής Μεσογείου

Με βάση αυτά τα δεδομένα οι εξελίξει ς το υπό-σύστημά της Ανατολικής Μεσογεείου επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από πέντε κύριους παράγοντες: 

1.Τη ζήτηση για φυσικό αέριο στην Ευρώπη και ειδικά στην ΕΕ και τις ενεργειακούς οδούς. η πλειονότητα των οποίων σε παγκόσμιο επίπεδο εστιάζονται ή διαπερνούν την περιοχή.  Παγκόσμιο «σημείο» τα Στενά του Ορμούζ.





Δεν είναι τυχαίο που η Μεσόγειος αντιμετωπίζεται ως ενιαίος γεωπολιτικός χώρος, στον οποίο συμπεριλαμβάνεται, επί της ουσίας, και η Βόρεια Αφρική (Μαγκρέμπ), η Μέση Ανατολή, το Κέρας της Αφρικής και φυσικά ο Περσικός Κόλπος.  Η προσέγγιση αυτή υποδεικνύει και το βασικό λόγο γιατί η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου έχει ειδική βαρύτητα για τις μεγάλες ιμπεριαλιστικής δυνάμεις.  Μία βαρύτητα που επιβάλλει την συνεχώς εντεινόμενη στρατιωτικοποίηση της περιοχής, τη μεγαλύτερη που παρατηρείται σε παγκόσμια κλίμακα. Σε μία περιοχή που μάλιστα έχει δύο ακανθώδη και άλυτα για δεκαετίες προβλήματα που εν δυνάμει και ανά πάσα στιγμή μπορούν να προκαλέσουν μία νέα ανάφλεξη: το Κυπριακό και το Παλαιστινιακό. 

Ειδικής μνείας σε αυτό το σημείο χρήζουν οι εξελίξεις στο Τρίγωνο Ισραήλ-Κύπρος Ελλάδα με τις εξελίξεις να αφορούν και τη χώρα μας άμεσα.

Ο λόγος αφορά την έρευνα και εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων στη Λεκάνη της Λεβαντίνης. 




Σε κάθε περίπτωση η προοπτική αξιοποίησης των ισραηλινών -και προσεχώς και των κυπριακών- αποθεμάτων φυσικού αερίου και πιθανώς η μελλοντική έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων  στον ελλαδικό χώρο  και η μεταφορά τους στις ευρωπαϊκές αγορές, έστω και σε εύθετο χρόνο, απειλούν την πρωτοκαθεδρία της Gazprom στην ενεργειακή τροφοδοσία της Ευρώπης. Και εάν πρόκειται για ζήτημα που άπτεται ενός μακρινού μέλλοντος, ωστόσο όσον αφορά στο Ισραήλ ήδη οι διεθνείς αναλυτές κάνουν λόγο ήδη για την «μεγάλη ενεργειακή δύναμη». 

Απολύτως λογικό και αναμενόμενο, η ΕΕ να προσβλέπει με ιδιαίτερη αδημονία τα αποτελέσματα της δραστηριότητας για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων στην λεκάνη της Λεβαντίνης καθώς θα μπορέσει, κυρίως η Γερμανία, να ανεξαρτητοποιηθεί από το ρωσικό μονοπώλιο στην αγορά ενέργειας. 

Εκ παραλλήλου ενδιαφέρον παρουσιάζουν  και οι δραστηριότητες για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων στο Ιόνιο. Ήδη από τον Ιούλιο έχουν δωθεί παραχωρήσεις με τη λογική του «Open Door»  στον Πατραϊκό στην ΕΛΠΕ-EDISON-PETROCELTIC και τη χερσαία περιοχή Ιωαννίνων στην ENERGEAN-PETRA. Στο Κατάκωλο, συναγωνίζονται η ENERGEAN με τη Schlumberger αφενός και η GREKOIL Ventures αφετέρου.  Πρόκειται για  πραγματικό ξεπούλημα του ελληνικού πλούτου,  με εξαιρετικά δυσμενείς όρους, δεδομένης της κρίσης, των δανειακών συμβάσεων και των εκχωρήσεων.

2. Η στάση της ΕΕ

Από την εποχή της υπογραφής της Συμφωνίας του Μάαστριχτ , το 1992, ο στόχος δεν ήταν άλλος από την δημιουργία των προϋποθέσεων για το ευρωπαϊκό κεφάλαιο για την προώθηση των συμφερόντων του,  τη βέλτιστη αξιοποίηση των ευρωπαϊκών δυνατοτήτων μέσα σε ένα περιβάλλον οξυνόμενου παγκόσμιου ανταγωνισμού και φυσικά και την επέκτασή τους σε νέες «ανεξερεύνητες» περιοχές όπως τα Βαλκάνια, την Ανατολή Ευρώπη και εκ νέου στις παλιές τους αποικίες στη Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή.

Ίσως η μεγαλύτερη επιτυχία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού την τελευταία 20ετία μπορεί να θεωρηθεί η παρεμπόδιση της ΕΕ να βαδίσει πιο γρήγορα προς τη συγκρότηση ενός ενιαίου ανταγωνιστικού ιμπεριαλιστικού πόλου.  Η δομική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος, που δονεί συθέμελα και την ΕΕ, έχει ως μεγαλύτερα θύματα, όχι τυχαία, τις χώρες της Μεσογείου. Ένας χώρος, θεωρητικά κρίσιμος για το μέλλον της ίδιας της ΕΕ, όχι μόνο υπό το σκεπτικό της επέκτασής της σφαίρας επιρροής της αλλά και κρίσιμης περιοχής για την ίδια την επιβίωσή της.

Δεν τυχαίο που οι ευρωπαϊκές χώρες πρωτοστάτησαν στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, ούτε τυχαίες ήταν οι προσπάθειες για τη δημιουργία Ευρωμεσογειακής ζώνης συνεργασίας. Οι γερμανικές και ισπανικές εταιρίες παραγωγής ηλιακής ή αιολικής ενέργειας δεσπόζουν στη Βόρεια Αφρική. Μπορεί η ΕΕ να εμφανίστηκε διχασμένη έναντι του πολέμου στο Ιράκ αλλά αυτό αφορούσε μόνο στο «επίσημο» επίπεδο του πεδίου μαχών. Εκτοτε βέβαια πολλά έχουν αλλάξει.  Η κρίση ουσιαστικά «εξαφάνισε» το γαλλογερμανικό άξονα. Βρετανία και Γαλλία έχουν από το 2010 μία χαρακτηριζόμενο ως πρωτοφανή αμυντική/πυρηνική συμμαχία, και από κοινού οι δύο χώρες πρωτοστάτησαν στην επέμβαση στη Λιβύη, αν και τεχνικά υστερούσαν, οπότε και δικαιωματικά ανέλαβαν οι ΗΠΑ… Οι δύο αυτές χώρες προσπάθησαν να επιβάλλουν εκ νέου αυτή την πολιτική και στη Συρία, όπου ο πλανήτης έφτασε στα πρόθυρα του πολέμου. Για να εμφανιστεί ως δια μαγείας ο ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν και ο αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα να αποδεχτεί το σχέδιο για να αποσοβηθεί (άραγε προσωρινά;) ο πόλεμος. 

Δεν είναι πάντως λίγοι αναλυτές που υποστηρίζουν ότι η ατζέντα της αμυντικής συμμαχίας μεταξύ Γαλλίας-Βρετανίας αποτελεί προπομπό της ευρωπαϊκής στρατιωτικής ενοποίησης καθώς έχει αφομοιωθεί αυτούσια από την ΕΕ και αποτελεί ένα «σχέδιο επί χάρτου» για την ενοποίηση των πολιτικών δυνάμεων καταστολής και πολέμου του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού. Ένα ακόμη σχέδιο ενοποίησης είναι αυτό της ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας με έμφαση στα καύσιμα, συμπεριλαμβανομένου και του φυσικού αερίου. Σχέδια που συνεπάγονται ότι η ΕΕ θα προωθήσει μελλοντικά και στρατηγικές που υλοποιούν αυτές τις «δεσμεύσεις».

Από την άλλη η Γερμανία, που εμφανίζεται μονίμως ως ο επιτήδειος ουδέτερος  -  άρνηση οποιοιδήποτε είδους συμμετοχής στον πόλεμο στο Ιράκ αν και η γερμανική μυστική υπηρεσία BND με πράκτορές της στο έδαφος ενημέρωνε τους «κακούς αμερικανο0βρετανούς ιμπεριαλιστές«, άρνηση συμμετοχής και λεκτικής στήριξης μόνο και στην περίπτωση της Λιβύης και της Συρίας. Ωστόσο, στις αναλύσεις περνά σε δεύτερη μοίρα και ασφαλώς δεν ερμηνεύεται με βάση τις ευρύτερες εξελίξεις η παρουσία των γερμανικών στρατευμάτων και το γεγονός ότι οι γερμανικές πωλήσεις όπλων προς τις χώρες της περιοχής, οι οποίες μάλιστα κρατούν ιδιαίτερα εχθρική στάση προς το Ιρανικό καθεστώς, έχουν εκτοξευτεί τα τελευταία χρόνια.  Υποτίθεται με αυτό τον τρόπο η Γερμανία συμβάλλει στην απομόνωση του Ιρανικού καθεστώτος, εξοπλίζει –κερδίζοντας βέβαια χρυσοφόρα συμβόλαια- τους ανταγωνιστές του Ιράν στην περιοχή, ενισχύοντας ταυτόχρονα την εσωτερική σταθερότητα βάναυσων καθεστώτων. 

Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση οι πωλήσεις όπλων στις χώρες του Κόλπου, μετά από συμφωνία με το Συμβούλιο του Κόλπου έχουν φτάσει σε επίπεδα ρεκόρ καθώς η γερμανική κυβέρνηση έδωσε το πράσινο φως για τις εξαγωγές όπλων αξίας 817 εκατομμυρίων ευρώ σε έξι χώρες του Κόλπου. Κατάρ, Κουβέιτ, Ομάν Σαουδική Αραβία και Ενωμένα Αραβικά Εμιράτα.  Επίσης,  επί τροχάδην στην ανάπτυξη των γερμανικών στρατιωτικών δυνάμεων παγκόσμια. η Bundeswehr, η Luftwaffe, η Bundesmarine και η γερμανική υπηρεσία πληροφοριών, η BND, έχουν μια συνδυασμένη ανάπτυξη από τη Μεσόγειο μέχρι την νότια ακτή του Λιβάνου, και νοτιότερα από το Κέρας της Αφρικής μέχρι τον Περσικό Κόλπο, τα ανατολικά του Αφγανιστάν και βορειοανατολικά στο Ουζμπεκιστάν. 

3. Τη στάση των ΗΠΑ

Η ισχύς του αμερικανικού ιμπεριαλισμού σταδιακά υποδομείται και ο βασικός λόγος είναι ότι αντιμετωπίζει μία βαθύτατη κρίση όχι στόχων αλλά δυνατοτήτων. Η φθίνουσα πορεία της αμερικανικής οικονομίας,  οφείλεται στην αιμορραγία των πολέμων στο Ιράκ και το Αφγανιστάν αλλά κυρίως στην στάση των κρατών της Λατινικής Αμερικής που απέτρεψαν την επέκταση και της εφαρμογή της Ελεύθερης Ζώνης Εμπορίου.  Οι Ηνωμένες Πολιτείες εδώ και καιρό δεν δύναται να κατακτήσουν τους στόχους τους καθώς δεν μπορούν να τους επιβάλλουν με οικονομικούς  όρους αφού είναι σε μεγάλο βαθμό εξαρτώμενες με άλλα ιμπεριαλιστικά και οικονομικά κέντρα και κυρίως με την Κίνα. 

Ο ρόλος του δολαρίου και ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος αμφισβητείται πλέον ανοικτά, κυρίως από τις χώρες της BRICSA –Βραζιλία, Ρωσία, Κίνα Ινδία και Νότιος Αφρικής. Ωστόσο η στρατιωτική τους υπεροπλία είναι τέτοια που μπορούν με πολεμικούς όρους να επιβάλλουν την πολιτική τους. Όμως οι επιλογές, όσον αφορά την τακτική. εκ μέρους της αμερικανικής κυβέρνησης υπό τον πρόεδρο Ομπάμα έχουν διαφοροποιηθεί σε σχέση με το πρόσφατο πολεμικό παρελθόν του προκατόχου του Μπους.  Έχει επιλεγεί ένα πιο ευλύγιστο σχήμα επεμβάσεων, ακόμη και εντός της αμερικανικής επικράτειας εάν καταστεί αναγκαίο, γεγονός που είναι πρωτοφανές, από ένα ευλύγιστο σχήμα «μυστικών αποστολών», δηλαδή μισθοφόρων και ειδικών δυνάμεων –με τη σύζευξη της CIA και  Πενταγώνου- επιθέσεων σε στόχους με μη επανδρωμένα αεροσκάφη και επεμβάσεων αστραπής όπως αυτής για τη δολοφονία του Μπιλ Λάντεν και πρόσφατα στη Λιβύη και τη Σομαλία.

Αν και εδώ και δύο χρόνια οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αλλάξει το αμυντικό τους δόγμα, από την Ευρώπη και την ευρύτερη περιοχή στην Ασία ως το επίκεντρο των εθνικών τους συμφερόντων γεγονός παραμένει ότι δώδεκα χρόνια μετά τον πόλεμο στο Αφγανιστάν και την έναρξη του «πολέμου κατά τρομοκρατίας», δέκα χρόνια μετά τον πόλεμο στο Ιράκ –αμφότερες με στόχο την εδραίωση και επέκταση της αμερικανικής περιφερειακής επιρροής μέσα από την εξόντωση των αντιπάλων– η πραγματική θέση της Ουάσιγκτον στη μία χώρα μετά την άλλη, συμπεριλαμβανομένων των βασικών της συμμάχων στην περιοχή, είναι ασθενέστερη από ποτέ.

Αναλυτές στις Ηνωμένες Πολιτείες επιμένουν ότι πρόκειται για μία «ρεαλιστική προσέγγιση» της κυβέρνησης Ομπάμα βάσει των νέων δεδομένων, που θέλουν εξαιρετικά κοστοβόρα την επιχείρηση στρατιωτικής διασφάλισης των πετρελαϊκών οδών στα στενά του Ορμούζ 0όπου οι ΗΠΑ εξασφαλίζουν την ασφαλή διέλευση των πετρελαιοφόρων για τις αγορές κυρίως της Κίνας και της Ινδίας, κάτι που ενδεχομένως ερμηνεύει και τη στάση των δύο χωρών όσον αφορά την διακριτική απόστασή τους από μία ενδεχομένη πολεμική αναμέτρηση στο πλατώ της Συρίας, παρά τη λεκτική τους καταδίκη.  Επίσης, επισημαίνουν ότι η τεχνολογία και η δυνατότητα ανακάλυψης και αξιοποίησης των σχιστολιθικών κοιτασμάτων θα καταστήσουν τις ΗΠΑ τη μεγαλύτερη πετρελαιοπαραγωγό χώρα στον πλανήτη το 2016. Συνεπώς η εξάρτηση από το πετρέλαιο των χωρών του Κόλπου δεν ήταν αυτή που ήταν στο παρελθόν.

Το κυριότερο ωστόσο είναι ότι οι ΗΠΑ όντως μετατοπίζουν το ενδιαφέρον τους στην Ασία και επιθυμούν συγκέντρωση δυνάμεων και ισχύος έναντι της Κίνας, της μοναδικής μέχρι στιγμής που μπορεί να αμφισβητήσει την κυριαρχία τους.
Όποιοι και εάν είναι οι λόγοι,  και μέχρι νεωτέρας καθώς η αμερικανική πολιτική μπορεί να αλλάξει και πάλι, βρισκόμαστε μπροστά σε μία «σεισμική αλλαγή». Για πρώτη φορά από το 1945 η περιοχή δεν συνιστά προτεραιότητα των ΗΠΑ, είτε γιατί δεν μπορούν πλέον είτε γιατί δεν θέλουν, είτε και για τα δύο μαζί.  Αυτό προκαλεί τεκτονικές αλλαγές και πολλαπλές αντιδράσεις, καθώς γίνεται και εις βάρος χωρών με παραδοσιακές συμμαχίες και σχέσεις, όπως το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία.

4.Η στάση των υπολοίπων χωρών κυρίως της Ρωσίας και της Κίνας

Το κενό που αφήνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες σπεύδουν να το καλύψουν οι Ρώσοι και με δεδομένη τη συγκατάθεση της αμερικανικής κυβέρνησης, όπως έγινε στην περίπτωση της Συρίας.

Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντίμιρ Πούτιν, επιδιώκει να εμφανιστεί ως «ισχυρός» διαμεσολαβητής κρίσεων» και πιέζει συνεχώς προς όλες τις κατευθύνσεις.

Ωστόσο, πέραν της Συρίας και του Ιράν, δύο χώρες που βρέθηκαν στο στόχαστρο, το Κρεμλίνο έχει και άλλα σχέδια κι έχει εκπονήσει τη δική του στρατηγική που άρχισε να υλοποιείται αμέσως μετά τις εξεγέρσεις των λαών της περιοχής, στις αρχές του 2011.  Ρωσικές αντιπροσωπείες γυρνούν τις χώρες και υπογράφουν σειρά συμφωνιών συνεργασίας  με τελευταία αυτή με την Αίγυπτο περί πώλησης αμυντικών πυραυλικών συστημάτων στην Αίγυπτο, ύψους 2 δισ. δολαρίων. Μία συμφωνία που θυμίζει την εποχή Νάσερ… Το αποτέλεσμα είναι ότι 22 χρόνια μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, η ρωσική επιρροή φαίνεται να ανακτά το «πολύτιμο χαμένο έδαφος». Πάντως, για Ρώσους αναλυτές  η έμφαση αυτή του Πούτιν στις μεγάλες επιτυχίες στην εξωτερική πολιτική, επιχειρεί να αποστρέψει την κοινή γνώμη από τα εσωτερικά προβλήματα και την κρίση που βιώνει η ρωσική κοινωνία. 

Εξάλλου, κανείς δεν περιμένει ότι οι Αμερικανοί θα «αποσυρθούν» από την περιοχή,  επομένως ο διαγκωνισμός για επιρροή θα ενταθεί και πάλι. Η πολιτική της Ουάσινγκτον είναι πολύ πιθανό να διαφοροποιηθεί εκ νέου, μετά το πέρας της θητείας του Μπαράκ Ομπάμα το 2016, και τόσο η «επιβίωση του Ισραήλ» όσο και η ασφάλεια των ενεργειακών πηγών, η απειλή των ισλαμιστών εξτρεμιστών και η διάδοση των όπλων μαζικής καταστροφής θα επανέλθουν μακροπρόθεσμα στην κορυφή της αμερικανικής ατζέντας.

Μεγάλο ερωτηματικό είναι και παραμένει η Κίνα. Οι Κινέζοι πολιτικοί και διαπραγματευτές έχουν κατανοήσει πολλαπλώς τη δυτική πολιτική, αλλά στη Δύση κανείς μέχρι στιγμής δεν μπορεί να αποκρυπτογραφήσει τους Κινέζους και να αποτιμήσει την Κίνα, η οποία φαίνεται να συνδυάζει την εκρηκτική της οικονομικής άνοδο με την ανάπτυξη προηγμένων τεχνολογιών  και τη δημιουργία ενός καινοτόμου μίγματος πολεμικών ικανοτήτων , που απειλεί άμεσα να αλλάξει τη γεωγραφία της ισχύος στον πλανήτη. 

Τι γνωρίζουμε; Η Κίνα όπως και η Ινδία, έχουν αποκτήσει δικούς τους δεσμούς με τους προμηθευτές τους σε πετρέλαιο –σε χρυσό μάλιστα εκ μέρους της Ινδίας όσο ίσχυε το εμπάργκο ενώ η Κίνα κινείται για τη θέσπιση του γουάν στις μεταξύ τους συναλλαγές- συμπεριλαμβανομένης και της Σαουδικής Αραβίας, του Ιράκ και του Ιράν.
Η Κίνα έχει πολύ διακριτική έως και υπόγεια παρουσία στη Μέση Ανατολή, αλλά καθώς φαίνεται επιδιώκει να ισχυροποιήσει το ρόλο της στη διεθνή πολιτική σκηνή. Το Πεκίνο διατηρούσε στενές σχέσεις με τους Παλαιστινίους εδώ και δεκαετίες, ενώ μόλις πρόσφατα καλλιέργησε δεσμούς με το Ισραήλ, παρά τις επιφυλάξεις της ισραηλινής ηγεσίας, λόγω των στενών δεσμών της  Κίνας με το Ιράν.  Εξάλλου, πρόσφατα έγινε και η επαναπροσέγγιση του Ισραήλ με τη Ρωσία.

5. Δομική αστάθεια όλων των χωρών της Ανατολικής Μεσογείου

Το Δεκέμβρη του 2010, η πολιτική πράξη της αυτοκτονίας του 26χρονου Τυνήσιου Μοχάμεντ Μπουαζίζι πυροδότησε μια σειρά ταραχών που μετατράπηκαν γρήγορα σε εξέγερση και οδήγησαν στην ανατροπή του Μπεν Αλί. Οι εξελίξεις προκάλεσαν σοκ στην ιμπεριαλιστική Δύση καθώς θεωρούνταν μη αναμενόμενες. Μέχρι να κατανοηθεί το μέγεθος της δυναμικής της τυνησιακής εξέγερσης, εκείνη είχε ήδη μεταλαμπαδευτεί στην κρίσιμη γεωπολιτικά Αίγυπτο αλλά και σε άλλες χώρες της περιοχής, όπως τη Συρία, το Μπαχρέιν, την Υεμένη κ.ά αν και εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι κάθε χώρα αποτελεί «μοναδική περίπτωση». Ενώ όσον αφορά τη Λιβύη και τη Συρία, από τι εξελίξεις γνωρίζουμε ότι δεν μπορούν να συγκαταλεχθούν στο «κύμα της Αραβικής Άνοιξης που σάρωσε την περιοχή», όπως αρέσκεται να το ονομάζει ο δυτικός τύπος και έχει επικρατήσει άκριτα στην κυρίαρχη αφήγηση. Εξάλλου, από το Δεκέμβριο του 2010, αναδύθηκαν μία σειρά δυνάμεις, που ήταν στο περιθώριο ή εν υπνώσει και αλληλεπιδρούν  ή παρεμβαίνουν καταλυτικά στην κίνηση των εξαθλιωμένων μαζών. Το αποτέλεσμα είναι μία βαθιά αντιφατική και δυσανάγνωστη πολλές φορές διαδικασία που φυσικά δεν μπορεί να περιγραφεί με τον απλουστευτικό και τελικά παραπλανητικό  όρο Αραβική ‘Ανοιξη.

Οι κύριες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που κυριαρχούν στην περιοχή, πρωτίστως οι Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και η Βρετανία και η Γαλλία δίχως να έχουν ένα ενιαίο μέτωπο,  οι τοπικές περιφερειακές δυνάμεις κυρίως η Σαουδική Αραβία και το Ιράν, η Ρωσία και η Κίνα, αλλά και πολιτικά και κοινωνικά υποκείμενα-εκφραστές συμφερόντων των εγχώριων ολιγαρχιών, των μεσαίων στρωμάτων κτλ, μετά το πρώτο ξάφνιασμα αφυπνίστηκαν και τέθηκαν σε κίνηση. Ως αποτέλεσμα οι δυνάμεις αυτές επιβάλλουν ακόμη και με ποτάμια αίματος, είτε σε συνεργασία, είτε σε σύγκρουση με τα πληβειακά τμήματα των αραβικών μαζών, τις δικές τους εξελίξεις και φυσικά «λύσεις».
Παρόλα αυτά, το εδώ και δεκαετίες στάτους κβο στην περιοχή είναι αναμφίβολα νεκρό ως μορφή. Ωστόσο το νέο στάτους κβο που γεννιέται δεν έχει και μεγάλη συνάφεια, δυστυχώς, με αιτήματα των εξεγέρσεων ακόμη και σε επίπεδο αστικοδημοκρατικών αλλαγών καθώς δεν μπορεί καν να τεθεί ως επιχείρημα αυτό που ενδεχομένως πλευρές προβάλλουν ως «μια αδιαμεσολάβητη εξέγερση που συνεχίζεται στο διηνεκές αυτούσια όπως όταν ξεκίνησε».

Ακριβώς γι\αυτό το λόγο το κύριο χαρακτηριστικό είναι η δομική αβεβαιότητα κυβερνήσεων ακόμη και κρατικών οντοτήτων. 

Στην Αίγυπτο, όπου ύστερα από έναν τριετή κύκλο αγώνων, ο στρατός είναι ξανά ο εγγυητής της ομαλότητας, έχοντας ανατρέψει το νόμιμα εκλεγμένο πρόεδρο Μοχάμεντ Μούρσι με πραξικόπημα.  Η εκλογή Μούρσι είχε πιστοποιήσει την κυριαρχία μερίδας των αστικών δυνάμεων στην αιγυπτιακή μεταπολίτευση αλλά τελικά συνέβαλλε (ή χρησιμοποιήθηκε) περισσότερο στη δημιουργία των συνθηκών ώστε να αναλάβει εκ νέου ο στρατός. Το πραξικόπημα σήμανε και την ήττα του εργατικού κινήματος, που ήταν αυτό που δημιούργησε τις συνθήκες της εξέγερσης και την ανατροπή του Χόσνι Μουμπάρακ στις αρχές του 2011, με τις συνεχείς απεργίες και  κινητοποιήσεις που ξεκίνησαν το 2006 και κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες, με πλήρη απαγόρευση της συνδικαλιστικής δράσης, διωγμούς, φυλακίσεις βασανιστήρια Δεν είχε τον αναγκαίο χρόνο νομιμότητας να δημιουργηθεί το πολιτικό-επαναστατικό υποκείμενο που θα ήταν το επόμενο βήμα και θα διασφάλιζε προοδευτικότερες εξελίξεις; Ενδεχομένως.
 

Στην Τυνησία δε, το «μετριοπαθές πολιτικό Ισλάμ», κατ’ ευφημισμόν βέβαια, έχει δολοφονήσει ηγέτες, στελέχη και οπαδούς της αριστερής αντιπολίτευσης (Συμβούλιο για την υπεράσπιση της επανάστασης).

Σαουδική Αραβία και οι χώρες του Κόλπου 

Η οικονομική δύναμη και η επιρροή των κρατών του Κόλπου έχει αυξηθεί στη διάρκεια της τελευταίας 20ετίας. Επίκεντρο της εξουσίας ο άξονας Σαούντ Εμιράτα που έχει μετατραπεί σε παγκόσμια «ατμομηχανή» του καπιταλιστικού συστήματος. Σύμφωνα με στατιστικές στο Fortune, η αξία των πετρελαϊκών εξαγωγών από το Συμβούλιο του Κόλπου-GCC έφτασε τα 500 δις. δολάρια το 2008. Οι επενδύσεις στο εξωτερικό από τις ίδιες χώρες έφτασαν τα 530 δις το διάστημα 2002-06. 300 δις. στις ΗΠΑ, 50 δις. στη Μέση Ανατολή. Αυτές οι επενδύσεις τριπλασιάστηκαν την περίοδο 2002-2009 σε συνολικό ποσό που εκτιμάται πάνω από 1,4 δις. δολάρια  Τα Κράτη του Κόλπου έχουν γίνει ο τρίτος μεγαλύτερος κάτοχος αμερικανικών ομολόγων μετά την Κίνα και την Ιαπωνία.

Το βάρος είναι μεγάλο και αντανακλάται στη θέση που έχουν αυτές οι χώρες στην αμερικανική πολιτική και στην συνεχώς αυξανόμενη επιρροή του στον αραβικό κόσμο και ειδικά στην Αίγυπτο (στήριξη πραξικοπήματος, βοήθεια 5 δις.) μετασχηματίζοντας  τη σχέση από απλή εξαγωγή εργατικής δύναμης σε σχέση συνεργασίας της εγχώριας ολιγαρχίας της Αιγύπτου και του στρατού με τα εμιράτα του Κόλπου. Από την αγροτική βιομηχανία ως τις επενδύσεις σε ακίνητα και τη χρηματοδότηση και ξεπερνά τις αμερικανικές και ευρωπαϊκές επενδύσεις σε αρκετούς τομείς, ιδιαίτερα στις τράπεζες στα ακίνητα και τις κατασκευές. 

Εντούτοις οι τελευταίες εξελίξεις και ειδικά με τη στάση των ΗΠΑ έχουν φέρει σε τροχιά σύγκρουσης τη Σαουδική Αραβία και τις Ηνωμένες Πολιτείες και μία υποβόσκουσα προσέγγιση με τον «εχθρό» Ισραήλ. Ωστόσο  κατά τις πληροφορίες, η Σαουδική Αραβία έχει επενδύσει πολλά χρήματα στα πυρηνικά όπλα που σχεδιάζει και παράγει το Πακιστάν, εκτιμώντας πως μπορεί να αποκτήσει ατομικές βόμβες όποτε το κριθεί αυτό απαραίτητο.  Την ίδια στιγμή. τo κέντρο του Ισλαμικού κόσμου, η μεγαλύτερη πετρελαιοπαραγωγός χώρα του πλανήτη, η πατρίδα του Λάντεν, ακροβατεί επικίνδυνα ανάμεσα στο «σύγχρονο δυτικό τρόπο ζωής» και την παράδοση με τους υπερσυντηρητικούς κληρικούς να ζητούν επιστροφή στις ρίζες του Ισλάμ.

Η περίπτωση του Μπαχρέιν, του μικρού βασιλείου όπου βρίσκεται η βάση του Πέμπτου Στόλου των ΗΠΑ είναι χαρακτηριστική της πολιτικής που ακολουθείται στην ευρύτερη περιοχή. Το Μπαχρέιν, ένα αρχιπέλαγος 33 μικρών νησίδων δίπλα στη Σαουδική Αραβία και πολύ κοντά στο Ιράν,  είναι σταθμός προμήθειας πετρελαίου από τη γειτονική Σαουδική Αραβία και ανήκει σε μια κοινότητα κρατών, το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου, που σχετίζεται άμεσα με το αμερικανικό Πεντάγωνο. Θεωρείται σουνιτικό ανάχωμα στις βλέψεις της σιιτικής Τεχεράνης, και είναι η πλέον χαρακτηριστική περίπτωση της καταστολής της λαϊκής εξέγερσης που έγινε δυνατή μόνο με την επέμβαση του στρατού της Σαουδικής Αραβίας και τη στήριξη των ΗΠΑ και της ΕΕ. 

Ο λαός του Μπαχρέιν αποτελείται στην ισχυρή του πλειοψηφία από σιίτες, αλλά διοικείται από μία σουνιτική βασιλική οικογένεια και στην εξέγερση  συμμετείχαν ευρέως η ως επί το πλείστον πληβειακή σιιτική πλειοψηφία (το 70% του πληθυσμού είναι σιίτες), σε ένα κίνημα  πολιτικό-δημοκρατικό, με διακεκριμένους σουνίτες ηγέτες ενώ στο Συνασπισμό για τη Δημοκρατία στο Μπαχρέιν, συμμετείχαν  κοσμικές φιλελεύθερες οργανώσεις , θρησκευτικές δυνάμεις και τα Δημοκρατικά Κινήματα που αποτελούνται από νέους, ελεύθερους επαγγελματίες, δημοσίους υπαλλήλους, μικροεπιχειρηματίες και εργαζόμενους. Αφού γέμισαν οι δρόμοι αίμα και οι φυλακές κρατούμενους όπου καταγγέλθηκαν ανείπωτα βασανιστήρια, ο βασιλιάς Χαμάντ μπιν Ισά Αλ Χαλίφα υποσχέθηκε διάλογο…

Το Μπαχρέιν, άλλωστε, δεν είναι η μόνη χώρα του Περσικού με ισχυρή σιιτική παρουσία και αμερικανικές βάσεις. Στο Ομάν υπάρχει αμερικανική βάση, ενώ στο Κατάρ βρίσκεται η έδρα της κεντρικής διοίκησης των ΗΠΑ για ολόκληρη την περιοχή Μ. Ανατολής και δυτικής Ασίας (Αφγανιστάν, Πακιστάν, Ιράκ κ.λπ.).

Τουρκία

Η τουρκική εξωτερική πολιτική έχει «εκτροχιαστεί», εξαιτίας του διαλόγου των ΗΠΑ και του Ιράν, της μη επέμβασης στη Συρία και του εμφυλίου που εξακολουθεί να μαίνεται. Η περίοδος των «μεγάλων επιτευγμάτων» στην διεθνή σκακιέρα έχει φτάσει στη λήξη του. Η πολιτική της Τουρκίας για τη Μέση Ανατολή υπό το κυβερνών κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης έχει επικεντρωθεί γενικά σε δυο φιλόδοξους στόχους: να εμβαθύνει την επιρροή στον Αραβικό κόσμο, μέσω της ενίσχυσης των δυνάμεων των μετριοπαθών Σουνιτών Ισλαμιστών και μέσω μιας φανερά ανταγωνιστικής σχέσης με το Ισραήλ, και να χρησιμοποιήσει τον πολιτικό και οικονομικό κατευνασμό για να περιοριστεί η αυτονομιστική διάθεση των Κούρδων. Η Τουρκία, πολύ απλά, δεν διαθέτει την εσωτερική πολιτική συνοχή και την περιφερειακή επιρροή για να εμμείνει σε θέσεις εξωτερικής πολιτικής που έρχονται σε αντίθεση με τα αμερικανικά και ιρανικά συμφέροντα και είναι πλέον αντιμέτωπη με ήττες στην Αίγυπτο, το Ιράκ, τη Συρία και τη Λωρίδα της Γάζας καθώς και με το «τρίγωνο Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ» και ενδεχομένως την αλλαγή ισορροπιών με την εκμετάλλευση, εν ευθέτω χρόνο του ενεργειακού πλούτου. 

Οι συγκρούσεις στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης, της Άγκυρας και άλλων τουρκικών πόλεων, το μόνο που αποκάλυψε είναι το φανερό χάσμα εντός της τουρκικής κοινωνίας,  της σύγκρουσης του κοσμικού με το θρησκευτικό αλλά και τα όρια του «μετριοπαθούς πολιτικού Ισλάμ». Παράλληλα, όσον αφορά την οικονομία της, η Τουρκία σύμφωνα με την έκθεση της Goldman Sachs, κάθεται πάνω σε “γεωλογικό ρήγμα”. Με το καθαρό εξωτερικό χρέος να φθάνει τα 413 δισ. δολάρια (ξεπερνώντας το 51% του ΑΕΠ) και με το έλλειμμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών να μην εγκαταλείπει την περιοχή του 10% του ΑΕΠ (περιορίσθηκε απλώς στα 15,9 δισ. δολάρια το πρώτο τρίμηνο φέτος, έναντι 16,3 δισ. το ίδιο διάστημα πέρσι) η Τουρκία αποδεικνύεται μια εξαιρετικά μοχλευμένη οικονομία, ιδιαίτερα ευάλωτη σε εξωτερικούς κραδασμούς. Έτσι, παρότι τον περασμένο Μάιο υποτίθεται αποπλήρωσε τα τελευταία 5 δις αποπληρώνοντας και το τελευταίο χρέος της προς το ΔΝΤ ύψους 412 δις και ολοκληρώνοντας επιτυχώς μία… 52χρονη ιστορία δανεισμού, ενδέχεται λίαν συντόμως να χτυπά και πάλι την πόρτα του ΔΝΤ.

Update: Ιράν 

Οι εξελίξεις στη Συρία, με τον εμφύλιο να μαίνεται αλλά τις διαπραγματεύσεις να βρίσκονται καθοδόν, παρά τις αντεγκλήσεις Σαουδικής Αραβίας και Ιράν μέσω και της συριακής «αντιπολίτευσης» περνάει από την Τεχεράνη. 

Οι εξελίξεις στο μέτωπο του Ιράν δεν είναι αυτές που όλος ο πλανήτης προετοιμαζόταν εδώ και καιρό. Με αφορμή τη Συρία υπήρξε και επισήμως προσέγγιση, που κατ’αναλυτές προετοιμαζόταν εδώ και καιρό.  Η πρόσφατη μεταβατική συμφωνία της Γενεύης, διάρκεια έξι μηνών, προς το παρόν,  μπορεί να θεωρηθεί μία «διπλωματική νίκη για τον Μπαράκ Ομπάμα που μπορεί να ισχυριστεί στο εσωτερικό των ΗΠΑ ότι κατάφερε να αποτρέψει με διπλωματικά μέσα τον πυρηνικό εξοπλισμό του Ιράν, κάτι που μάλλον δεν θα μπορούσε να κάνει -αντίθετα επιτάχυνε- ένας ολέθριος πόλεμος. 

Με τη συμφωνία το Ιράν δεσμεύεται να υποβαθμίσει τον εμπλουτισμό ουρανίου από το 20% στο 5% πολύ -μακριά από τη στάθμη του 90% που απαιτείται για την κατασκευή πυρηνικών όπλων-, να εξουδετερώσει τα αποθέματα ισχυρά εμπλουτισμένου ουρανίου που διαθέτει, να αναστείλει τον επίμαχο πυρηνικό αντιδραστήρα του Αράκ και να δεχτεί επιθεωρήσεις σε καθημερινή βάση.  Από την άλλη πλευρά σοβαρά και τα κέρδη του Ιράν, καθώς συνομολογήθηκε η μερική άρση των οικονομικών κυρώσεων που στραγγαλίζουν την ιρανική οικονομία, ιδιαίτερα στους τομείς των πετροχημικών, των πολύτιμων μετάλλων και των τραπεζικών συναλλαγών για την προμήθεια τροφίμων και φαρμάκων. Το εν λόγω πακέτο υπολογίζεται ότι θα ωφελήσει το Ιράν κατά 7 δις δολάρια μέσα στο επόμενο εξάμηνο, ανοίγοντας πολύ ευρύτερα περιθώρια οικονομικής συνεργασίας με χώρες όπως η Ρωσία, η Κίνα και η Γερμανία.  

Το σοβαρότερο ωστόσο, όσον αφορά τη συμφωνία, είναι ότι ανατρέπει συλλήβδην το σκηνικό σε όλη τη Μέση Ανατολή καθώς πλέον και αναγνωρισμένο από το διεθνή κοινότητα ως «παίκτης», ισότιμος και κρίσιμος, θα διαδραματίσει κομβικό ρόλο όχι μόνο στην δομικά και εκρηκτικά ασταθή περιοχή της Μέσης Ανατολής και Ανατολικής Μεσογείου.  Εκ παραλλήλου όμως το Ιράν θα επιτρέψει στις ΗΠΑ να έχουν διασφαλίσει μια σχετική ισορροπία ώστε να μεταφέρουν το βάρος τους στον Ειρηνικό όπου βλέπουν και το μέλλον της παγκόσμιας οικονομίας. Ειδικά μάλιστα που το Ιράν, είναι σημαντικό παίκτης και στη νοτιοδυτική Ασία και σύμμαχος, να μην ξεχνάμε, έστω και ατύπως των ΗΠΑ, τόσο στον πόλεμο στο Αφγανιστάν, όσο και στο Ιράκ. Αρχικά τουλάχιστον.